ΦΑΡΑΓΓΙ ΠΛΑΤΑΝΙ ΣΤΗ ΒΡΑΧΑ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ

Τα τελευταία χρόνια ο νομός Ευρυτανίας καθιερώνεται ως προορισμός για τον υδάτινο πλούτο του και την τιμητική τους έχουν τα φαράγγια, τεχνικά ή όχι, με τα σπάνιας ομορφιάς γλυπτά, που σχηματίζουν τα βραχώδη τοιχώματά τους. Περισσότερα από δέκα τεχνικά φαράγγια, σχεδόν στο σύνολό τους έχουν εξερευνηθεί και ασφαλιστεί από τον Ελληνικό Σύλλογο Εξερεύνησης Φαραγγιών (Ε.Σ.Ε.Φ.), αριθμεί αυτή τη στιγμή η Ευρυτανία, διαφορετικού βαθμού δυσκολίας.

Έτσι, τριήμερο του Δεκαπενταύγουστου ο Αντώνης και ο Παντελής βρέθηκαν, κυνηγημένοι από τον καύσωνα της πόλης, στον Ταυρωπό (Μέγδοβα) και συγκεκριμένα στο σημείο που χύνεται σε αυτόν το Μέγα Ρέμα, το οποίο ξεκινάει απ τη Φουρνά, κατεβαίνει από τον Κλειτσό, σε μία τοποθεσία απίστευτης φυσικής ομορφιάς. Στο Μέγα Ρέμα χύνεται και το φαράγγι Πλατάνι, σε ένα σημείο που το ποτάμι στενεύει απότομα. Από τότε ο Παντελής, μαγεμένος από το φυσικό κάλλος, προσπαθούσε να μας οργανώσει για να πάμε να διασχίσουμε το φαράγγι Πλατάνι.

Τελικά στις επτά του πρωινού της 3 του Οκτώβρη, ο Αντώνης και ο γράφων, επιβιβαστήκαμε στο γνωστό χρυσαφί Jimny και άρχισε η περιπέτεια, με την αναζήτηση καφέ στην πόλη. Ύστερα από 20 λεπτά και με τους ζεστούς καφέδες ανά χείρας, διασχίζαμε τις γραμμές με κατεύθυνση Καλλίθηρο, Ραχούλα, Αμάραντος, όπου και μας περίμενε ο Παντελής. Τακτοποιούμε τον εξοπλισμό στο αυτοκίνητο και σχεδιάζουμε στο χάρτη τη διαδρομή. Αποφασίζουμε να συνεχίσουμε από Αμάραντο προς Σαραντάπορο και Νεράιδα και στη συνέχεια από το δασικό δρόμο να φτάσουμε στο Σπίτι του Διαβάτη και από εκεί στον Κλειτσό. Η διαδρομή αυτή ήταν και η πιο σύντομη, αλλά και πάρα πολύ όμορφη. Έτσι παρακάμπτουμε τον ορεινό όγκο της Μάρτσας με υψόμετρο 1687 μέτρα πάνω από τη Νεράιδα και οδηγώντας σε βατό χωματόδρομο, ο οποίος σύντομα θα γίνει άσφαλτος (γιατί;), αφήνουμε το νομό Καρδίτσας και σε μισή ώρα φτάνουμε στο Σπίτι του Διαβάτη στο νομό Ευρυτανίας. Καταφύγια υπάρχουν πολλά, σπίτια του Διαβάτη όμως λίγα και όλα στην Ευρυτανία. Το μεγαλύτερο βρίσκεται στο σταυροδρόμι στα σύνορα των νομών Καρδίτσας και Ευρυτανίας. Κτίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 μετά από δωρεά του Νικόλαου Φλωράκη, ξάδερφου του αείμνηστου Χαρίλαου Φλωράκη. Σκοπός του ήταν να βρίσκουν οι περαστικοί ένα καταφύγιο, ώστε να μπορούν να διανυκτερεύουν. Το Σπίτι του Διαβάτη έχει δωμάτια για ύπνο, σαλόνι με τζάκι, κουζίνα και μπάνιο. Δυστυχώς μετά το θάνατο του Νικολάου Φλωράκη τη δεκαετία του 1980 κανείς δεν φρόντισε να το διατηρήσει και έτσι άρχισε σιγά σιγά να ερημώνει και να διαλύεται. Πέρυσι με πρωτοβουλία της κοινότητας έγινε ανακαίνιση, αλλά από τότε παραμένει κλειδωμένο και άγνωστο το μέλλον του.

Συνεχίζουμε στον δασικό δρόμο που κατηφορίζει και σε μισή ώρα περίπου φτάνουμε στο Κλειστό, που ουσιαστικά πρόκειται για κοινότητα η οποία αποτελείται από τρεις διαφορετικούς οικισμούς την Κορίτσα, τους Μουσχιάδες ή Μεσοχώρι και τον Πλάτανο. Από την κεντρική πλατεία του Μεσοχωρίου συνεχίζουμε το δρόμο νότια, προς Βράχα, ο οποίος σε λίγο γίνεται χωματόδρομος και αρκετά στενός, διασχίζει το Μέγα Ρέμα, που δυστυχώς στο σημείο αυτό έχει μετατραπεί σε σκουπιδότοπο και βγαίνουμε στον ασφαλτόδρομο που έρχεται από τη Φουρνά. Αρχικά το χωριό λεγόταν Φουρνάς, από το πρώτο κάτοικό του, που είχε φούρνο για να προμηθεύει τους περαστικούς εμπόρους. Είναι χαρακτηρισμένο ως παραδοσιακός οικισμός, αλλά η πρώτη εικόνα δεν το επιβεβαιώνει. Η Φουρνά όμως εντυπωσιάζει με την μακραίωνη και πλούσια ιστορία της. Ήταν χωριό πλούσιο και αποτελούσε μεγάλο οικονομικό, εμπορικό και πνευματικό κέντρο. Με το χωριό συνδέθηκε ο ιερομόναχος Διονύσιος, ο οποίος ίδρυσε τη Μονή Ζωοδόχου Πηγής το 1740. Εκεί ο Διονύσιος λειτούργησε σχολείο κοινών γραμμάτων και χάρη στο μεγάλο του γένους διδάσκαλο Θεοφάνη εξ Αγράφων, ο οποίος δίδαξε εκεί, εξελίχθηκε στην περίφημη Σχολή Αγράφων, από όπου βγήκαν σπουδαίοι πνευματικοί άνθρωποι, μεταξύ των οποίων ο Κοσμάς ο Αιτωλός. Το μοναστήρι και η σχολή καταστράφηκαν στις αρχές του 20ου αιώνα από καθίζηση του εδάφους και τα περισσότερα κειμήλια χάθηκαν. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής οι ντόπιοι ακολούθησαν τους αντάρτες στα βουνά της περιοχής. Εδώ έγιναν και οι πρώτες αψιμαχίες μεταξύ ανταρτών και χωροφυλάκων το καλοκαίρι του 1946. Τον Ιανουάριο του 1947 στήθηκε το Αρχηγείο της Ευρυτανίας και τον Απρίλιο του ίδιου έτους έγινε στην περιοχή η πρώτη πολεμική σύγκρουση του Εμφυλίου. Η παρακμή ήρθε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ότι γλίτωσε παραδόθηκε στον καταστροφικό σεισμό του 1966.

Φτάνοντας στον ασφαλτόδρομο στρίβουμε δεξιά προς Βράχα και σε λιγότερο από ένα χιλιόμετρο συναντούμε πάνω σε αριστερή στροφή πέτρινο εικονοστάσι και σε άλλα εκατό μέτρα περίπου γέφυρα, όπου από κάτω περνάει το νερό του φαραγγιού. Ακριβώς απέναντι δεσπόζει ο κατακόρυφος όγκος της Τσούκας με 1361 μέτρα ύψος και αριστερά μας στην πλαγιά η Μονή της Βράχας (Μεταμόρφωση του Σωτήρα). Η Μονή ήταν ένα από τα σπουδαιότερα μοναστήρια των Ανατολικών Αγράφων και σήμερα έχει χαρακτηριστεί Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο. Κτίστηκε πιθανότατα πριν από τον 16ο αιώνα και ανακαινίστηκε το 1745. Οι βυζαντινές τοιχογραφίες της, μέσα και έξω από το ναό, θεωρούνται έργα των Γ. Γεωργίου και Γ. Αναγνώστου μαθητών του Διονυσίου εκ Φουρνά. Η Μονή Βράχας αποτέλεσε καταφύγιο των αγωνιστών κατά την τουρκοκρατία, οι μοναχοί της οποίας φρόντιζαν για τη σίτιση, τη μόρφωση και την περίθαλψη των κατοίκων της περιοχής. Το μοναστήρι σταμάτησε να λειτουργεί το 1833 και έπεσε σε πλήρη παρακμή. Μετά την ανακήρυξή του ως διατηρητέο μνημείο αναστηλώθηκε, έγιναν έργα συντήρησης στις τοιχογραφίες του και ξεκίνησε η ανοικοδόμηση κελιών. Σήμερα στη Μονή κατοικεί ένας μοναχός.

Πίσω πάλι στο εικονοστάσι, αφήνουμε το αυτοκίνητό μας και ακολουθούμε μονοπάτι στη δεξιά όχθη του φαραγγιού, που ανηφορίζει μέσα στο δάσος και σε είκοσι λεπτά περίπου φτάνουμε στην είσοδο του. Εναλλακτικά μπορούμε να μπούμε από την αρχή μέσα στην κοίτη του φαραγγιού και να περπατήσουμε μέχρι το πρώτο ραπέλ. Το φαράγγι είναι πολύ εντυπωσιακό και στενό. Είναι μικρό σε μήκος και αρκετά κάθετο με συνολικά μόλις τέσσερα ραπέλ, με το μεγαλύτερα να μην ξεπερνάει τα 14 μέτρα. Το τελευταίο κατέβασμα είναι μια όμορφη τσουλήθρα ή άλμα περίπου 4 μέτρων και μετά από 5 λεπτά περπάτημα φτάνουμε στο πιο όμορφο και στενότερο σημείο του Μέγα Ρέματος με εντυπωσιακά και πανύψηλα βραχώδη τοιχώματα. Συνεχίζουμε δεξιά στο Μέγα Ρέμα, αντίθετα στη ροή του νερού και σε 5 λεπτά περίπου φθάνουμε στο σημείο όπου από την αριστερή όχθη εκβάλλουν 4-5 πηγές. Ακριβώς στην απέναντι πλαγιά θα δούμε μία σάρα (χαλιάς), όπου και θα ανεβούμε προσεκτικά από τη δεξιά πλευρά μέχρι να βγούμε σε ένα πλάτωμα, από το οποίο ξεκινάει και το μονοπάτι της επιστροφής, το οποίο και ακολουθούμε για να βγούμε στο σημείο που έχουμε αφήσει το αυτοκίνητό μας. Η διαδρομή από την έξοδο μέχρι το αυτοκίνητο είναι περίπου 30 με 40 λεπτά.

Το φαράγγι είναι προσπελάσιμο όλες τις εποχές του έτους και μια ομάδα τεσσάρων ατόμων θα το διασχίσει σε λιγότερο από μία ώρα. Δεν παρουσιάζει τεχνικές δυσκολίες και αξίζει να το επισκεφθούμε, αν βρεθούμε στην περιοχή. Ο Γ. Ανδρέου το περιγράφει στο βιβλίο 50 Canyons in central Greece στη σελίδα 238, χωρίς όμως να αναφέρει πότε το διάσχισε. Ομάδα του Ελληνικού Ορειβατικού Συλλόγου Καρδίτσας (Ε.Ο.Σ.Κ.) και του Ε.Σ.Ε.Φ. αποτελούμενη από τους Ευτύχιο Ευτυχιάδη, Παντελή Μανώλη και Αντώνη Παπαδάκο το βελτίωσαν στις 03/10/2010 σύμφωνα με τα γαλλικά πρότυπα ασφάλισης. Όταν λίγες μέρες μετά ο Παντελής «ανέβασε» φωτογραφίες από το φαράγγι στο Facebook, ο φίλος Γιώργος Μάγκας από τη Βράχα του ζήτησε να σβήσει το όνομα Πλατάνι και να το λέει φαράγγι Τσούκας, όπως το γνωρίζουν οι κάτοικοι της περιοχής.

Κείμενο, φωτογραφίες : Ε. Ευτυχιάδης, Ε.Σ.Ε.Φ.

Φωτογραφίες : Π. Μανώλης, Ε.Ο.Σ. Καρδίτσας.

Επιμέλεια κειμένου : Α. Δημητριάδη, Ε.Σ.Ε.Φ.

Πληροφορίες : 6977252105 και 6973695595.